Στο άρθρο αυτό παραθέτουμε σημαντικά στοιχεία από δύο κεντρικές ομιλίες προσκεκλημένων επιστημόνων και μια επιστημονική ανακοίνωση στο πλαίσιο του συνεδρίου της EMCA στην Αμβέρσα του Βελγίου, και από το πάνελ που διοργανώθηκε με τη συμμετοχή εμπειρογνωμόνων σχετικά με την ετοιμότητα σε επίπεδο Ευρώπης για την αντιμετώπιση ασθενειών που μεταδίδονται από κουνούπια.

Ο εκπρόσωπος του IVCC (Innovative Vector Control Consortium) Δρ Derric Nimmo, στην κεντρική του ομιλία με θέμα την υποστήριξη της καινοτομίας για την ενθάρρυνση της ανάπτυξης νέων προσεγγίσεων για την ενίσχυση της καταπολέμησης των διαβιβαστών ανέφερε τα εξής: “Στην περίπτωση της ελονοσίας, η καταπολέμηση των κουνουπιών έχει ως αποτέλεσμα μείωση των επιπτώσεων της κατά 70%. Η ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων σε μια αγορά με περιορισμένους πόρους και αυξημένες προκλήσεις απαιτεί σημαντικές επενδύσεις και τεχνογνωσία. Το IVCC είναι η μόνη σύμπραξη ανάπτυξης προϊόντων για τον έλεγχο των διαβιβαστών, συνεργαζόμενη με ακαδημαϊκές, τοπικούς φορείς και βιομηχανικούς εταίρους για την ανάπτυξη, καταχώρηση και εισαγωγή στην αγορά νέων δραστικών ουσιών και καινοτόμων προσεγγίσεων για τον έλεγχο των διαβιβαστών. Από το 2007, οι βιομηχανικοί εταίροι του IVCC έχουν αναγνωρίσει περίπου 4,5 εκατομμύρια πιθανές χημικές ενώσεις, προσδιορίζοντας εν τέλει 27 κατηγορίες χημικών ουσιών για νέους τρόπους δράσης για εφαρμογές στη δημόσια υγεία.

Ο εκπρόσωπος του Centro Agricoltura Ambiente Δρ R. Bellini, στην κεντρική του ομιλία με θέμα την τεχνική στείρων εντόμων κατά των κουνουπιών Aedes, ανέφερε ότι “οι αρνητικές επιπτώσεις των εντομοκτόνων απαιτούν την ανάπτυξη νέων μεθόδων καταπολέμησης κατά των κουνουπιών. Μεταξύ των προτεινόμενων εναλλακτικών, οι μέθοδοι που βασίζονται στον γενετικό έλεγχο παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον για την απολύτως στοχευμένη επίδρασή τους, διασφαλίζοντας πολύ χαμηλές επιπτώσεις στο περιβάλλον και προσφέροντας νέες αποτελεσματικές, συμπληρωματικές μεθοδολογίες στη δημόσια υγεία. Η τεχνική στείρων εντόμων (SIT) είναι μια καθιερωμένη τεχνολογία, που περιλαμβάνεται στις μεθόδους βιολογικού ελέγχου, που εφαρμόζεται με επιτυχία εδώ και δεκαετίες για την καταστολή / εξάλειψη πολλών γεωργικών ειδών παρασίτων. Από τις αρχές του 2000, ο Διεθνής Οργανισμός Ατομικής Ενέργειας, ανταποκρινόμενος στις σχετικές απαιτήσεις των κρατών μελών, ξεκίνησε ένα πρόγραμμα για την ανάπτυξη SIT κατά των διαβιβαστών ασθενειών κουνουπιών, κυρίως των Aedes aegypti, Ae. albopictus και επίσης Anopheles spp. Παρ’ όλα αυτά ένα σημαντικό θέμα σχετικά με τις εφαρμογές SIT μεγάλης κλίμακας κατά των κουνουπιών εξακολουθεί να παραμένει το κόστος, το οποίο πρέπει να μειωθεί προκειμένου να καταστεί η τεχνολογία αυτή πιο προσιτή και βιώσιμη.”
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Δρ David Roiz αναφορικά με τα αυξανόμενα οικονομικά κόστη διεθνώς (της καταπολέμησης αλλά και των ιατρικών συνεπειών) σε σχέση με το γένος κουνουπιού Aedes, «από το 1975 έως το 2020 (από 880 καταγραφές σε 118 χώρες τα τελευταία 45 χρόνια), το συνολικό αναφερόμενο κόστος των ασθενειών που μεταδίδονται από το Aedes ανέρχεται σε τουλάχιστον 87,3 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2022. Το κόστος αυτό έχει εκατονταπλασιαστεί σχεδόν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ενώ εξακολουθεί να υποτιμάται σημαντικά ο πραγματικός αριθμός του κρουσμάτων και το συνεπαγόμενο εν τέλει κόστος. Οι δαπάνες αυτές σχετίζονται κυρίως με τον δάγκειο πυρετό (80%) και δεν λαμβάνονται υπόψη οι ιατρικές συνέπειες των λοιμώξεων chikungunya και Zika, γεγονός που θα ανέβαζε αυτή την εκτίμηση στα 310,8 δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Οι ζημιές και οι απώλειες ήταν δέκα φορές υψηλότερες από τις επενδύσεις για την καταπολέμηση και μόνο ένα μικρό μέρος των συνολικών δηλωθεισών δαπανών διατέθηκε για την πρόληψη.»
Παράλληλα πραγματοποιήθηκε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, υπό τον συντονισμό του Wim Van Bortel από το Ινστιτούτο Τροπικής Ιατρικής της Αμβέρσας, με τη συμμετοχή τριών εμπειρογνωμόνων από την EMCA και ενός εκπροσώπου του Υπουργείου Περιβάλλοντος του Βελγίου σχετικά με την ετοιμότητα σε επίπεδο Ευρώπης για την αντιμετώπιση ασθενειών που μεταδίδονται από κουνούπια. Οι εμπειρογνώμονες αντάλλαξαν απόψεις με το ακροατήριο αναφορικά με τέσσερα βασικά ερωτήματα:
- Ποια είναι τα κύρια εμπόδια στην εφαρμογή μέτρων καταπολέμησης διαβιβαστών σε ευρωπαϊκό επίπεδο,
- Ποιες στρατηγικές μπορούν να ενισχύσουν τη δυνατότητα μεταφοράς των βέλτιστων πρακτικών στην καταπολέμηση κουνουπιών μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών,
- Πόσο επεκτάσιμες, προσαρμόσιμες στα τοπικά δεδομένα και οικονομικά αποδοτικές είναι οι στρατηγικές καταπολέμησης των διαβιβαστών που παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια αυτού του συνεδρίου και
- Είμαστε έτοιμοι για δράση;
Από τη συζήτηση των εμπειρογνωμόνων, το βασικό συμπέρασμα είναι πως παρ’ όλη την πρόοδο σε επίπεδο μεθοδολογιών καταπολέμησης κουνουπιών, η αντιμετώπιση σε επίπεδο αστικής καταπολέμησης παραμένει πολύ δύσκολη και προβληματική. Η Νότια Ευρώπη έχει υπαρκτά προβλήματα και μικρές δυνατότητες αντιμετώπισης στην περίπτωση του δάγκειου πυρετού (όπως και για τις άλλες ασθένειες που σχετίζονται με το Aedes albopictus), σχετικά καλές επιδόσεις σε σχέση με τον Ιό του Δυτικού Νείλου και μεγάλες δυνατότητες αντιμετώπισης των όποιων κρουσμάτων ελονοσίας θα εμφανιστούν στο μέλλον.